-
1 вымысел
-
2 вымысел
вымыселм ἡ ἐπινόηση, τό μύθευμα, τό πλάσμα τῆς φαντασίας/ τό ψέμα, ἡ ψευτιά (ложь):поэтический \вымысел ἡ ποιητική φαντασία. -
3 вымысел
-сла α., επινόηση, -μα, αποκύημα, δημιούργημα της φαντασίας. || ψέμα. -
4 ложь
лжи θ. ψέμα, ψεύδος. || επινόηση. -
5 пуф
-
6 сочинительство
-а ουδ.1. δημιουργία•литературное сочинительство λογοτεχνική δημιουργία (συγγραφή έργων).
2. επινόηση. || ψέμα, φεύδος.